Κομφούκιος, 551-479 π.X.
Ich erinnere mich noch genau an diesen Moment: ein kleiner Platz irgendwo in Tiflis, der Duft von frisch gebackenem Brot in der Luft, und gleich daneben ein Denkmal, das so viel älter aussah als alles um mich herum. Man steht davor, schaut hoch und denkt – wow, wie viele Augen haben diesen Stein wohl schon gesehen? Wer schon mal in Georgien war, weiß, dass hier jedes zweite Denkmal eine Geschichte erzählt, und manchmal gleich mehrere. Es ist fast so, als würde man in einem übergroßen Geschichtsbuch spazieren, nur dass die Seiten aus Stein sind.
Ehrlich gesagt, ich stolpere gern durch solche Orte ohne Plan. Keine App, kein Reiseführer, nur die eigenen Füße. Und doch, früher oder später, landet man bei einem Denkmal, das einen innehalten lässt. Mal ist es ein König, der streng von seinem Sockel schaut. Mal eine Figur, die man kaum kennt, aber deren Gesicht einen nicht loslässt. Mal unter uns: manchmal versteht man die Inschrift nicht, aber das Gefühl – das ist da, sofort.
Neulich, beim Herumstöbern im Netz (ja, genau dieser digitale Spaziergang, der fast wie ein Zufall wirkt), kam ich bei https://rabona-de.org/app/ vorbei. Und es fühlte sich fast ähnlich an: ein Klick, und man steht plötzlich an einem neuen Ort. Nicht aus Stein diesmal, sondern virtuell. Aber dieser Sprung von Welt zu Welt – den kennt wohl jeder, der sich schon mal von einer zufälligen Spur hat treiben lassen.
Zurück zu den Denkmälern. Manche sind riesig, weithin sichtbar, wie die Mutter-Georgien-Statue, die mit Schwert und Weinkelch auf die Stadt schaut. Andere entdeckt man zufällig, in einer kleinen Seitenstraße, überwuchert von Pflanzen, fast vergessen. Und doch tragen sie dieselbe Wucht. Sie reden nicht laut, sie flüstern. Aber wer hinhört, erfährt mehr, als in jedem offiziellen Text stehen könnte. Vielleicht liegt genau darin der Zauber: dass man nicht alles versteht, aber trotzdem etwas mitnimmt. Ein Gefühl, ein Bild, eine kleine Geschichte für später.
Ευρήματα στη γύρω περιοχή μαρτυρούν πως η Ξάνθη κατοικούταν από τους Νεολιθικούς χρόνους.
Η εποχή του Χαλκού βρίσκει τη περιοχή επηρεασμένη από τη Λέσβο, τη Λήμνο καθώς και τη Τροία.
Τον 11ο αιώνα άρχισε η εγκατάσταση των θρακικών φυλών (Θράκη).
Γίνεται η ίδρυση των Αβδήρων και η πεδιάδα ακμάζει. Τα Άβδηρα παίζουν καταλυτικό ρόλο στη διείσδυση του Ελληνικού πολιτισμού και στον εξελληνισμό των Θρακών.
Ο Εκάταιος ο Αβδηρίτης στο έργο του «Περί Υπερβορείων», αναφέρει τους ντόπιους με την ονομασία «Ξάνθιοι».
Η πόλη τότε Ξάνθεια μνημονεύεται από τον Στράβωνα (1ο αιώνα π.Χ.). Η πόλη μέχρι το 3ο αιώνα μ.Χ. δεν αναφέρεται σε καμία ιστορική γραφή και εικάζεται πως καταστράφηκε.
Λόγω των Βαρβαρικών επιδρομών το 300 μ.Χ. οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής αναγκάστηκαν για ασφάλεια να μετακινηθούν προς την ορεινή περιοχή με αποτέλεσμα, η Ξάνθεια να κατοικείται και πάλι. Το 330 μ.Χ. με την έναρξη της Βυζαντινής περιόδου η πόλη γνώρισε νέα μεγαλύτερη ακμή.
Η Ξάνθη καταστρέφεται ολοσχερώς από άγνωστα αίτια.
Η Ξάνθη έχει κτιστεί και πάλι και αποτελεί κέντρο της Βυζαντινής ιστορίας. Όπως αναφέρει ο επίσκοπος Γεώργιος, η τότε Ξάνθεια συμμετέχει στη Δ’ Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης.
Μέχρι το τέλος της Βυζαντινής περιόδου η Ξάνθη συνεχίζει να ακμάζει και ο πληθυσμός της να αυξάνεται. Μαρτυρία, το γεγονός από το 1.300 με 1.345 μ.Χ. όπου η επισκοπή της Ξάνθης γίνεται Αρχιεπισκοπή και στη συνέχεια Μητρόπολη.
Στο τέλος του 14ου αιώνα την πόλη καταλαμβάνουν Οθωμανοί και ξεκινάει ο ισλαμισμός της.
Η Θράκη ακμάζει με την καλλιέργεια καπνού και δημιουργούνται σε όλη τη Θράκη πολλές καπναποθήκες.
Η Ξάνθη συμμετέχει στην Ελληνική επανάσταση και κατατροπώνεται καθώς είναι πολύ κοντά στη βάση των Τούρκων.
Οι Ξανθιώτες που ζούσαν στο παρελθόν άρχισαν να επιστρέφουν. Το 1.830 μ.Χ. άρχισε η οικοδόμηση της σημερινής παλαιάς πόλης.
Ολοκλήρωση σιδηροδρομικής γραμμής που συνδέει Θεσσαλονίκη με Κωνσταντινούπολη και η πόλη συνεχίζει να ακμάζει.
Στις 8 Νοεμβρίου ξεκινάει άλλος ένας Γολγοθάς για τη πόλη με τη Βουλγαρική κατοχή.
Απελευθέρωση της Ξάνθης και ενσωμάτωση της στην υπόλοιπη Ελλάδα με τη συνθήκη των Σεβρών (28 Ιουλίου 1.920).
Για ακόμα μία φορά ενώ η πόλη με πληθυσμό 32.000 κατοίκων ακμάζει, ξεσπάει πόλεμος με τη Ξάνθη να περνάει άλλη μία κατοχή από τους Γερμανούς και στη συνέχεια από τους Βούλγαρους.
Η Ξάνθη μεταμορφώνεται, αφήνει πίσω της τους πολέμους και μετατρέπεται σε πολιτιστικό κέντρο. Ο πληθυσμός σήμερα ξεπερνάει τους 60.000 κατοίκους. Από το 2.000 λειτουργεί στη Πόλη το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και η πόλη πρωταγωνιστεί με τις ετήσιες εκδηλώσεις του Καρναβαλιού και τις γιορτές της Παλαιάς πόλης.